Η γιαγιά και ο παππούς, που δεν φοβάσαι και τους αγκαλιάζεις, τους αγγίζεις, τους φιλάς και σαν ψάρι, η χαρά να σπαρταράει στο στήθος. Νομίζοντας πως θα πετάξεις αν κάνεις μια ελαφρά ανάταση του σώματος. Και όταν ξυπνάς, λες "όνειρο ήτανε;" και ίσως να κλάψεις, όχι τόσο από πόνο αλλά από συγκίνηση ίσως που ένας άνθρωπος σε κάνει να νιώθεις κατάνυξη. Όχι που σου λείπει, ή για την απουσία του, που δεν τα είπατε από κοντά όπως έπρεπε - μάλλον η αγάπη που ενεργοποιείται φταίει.
Όσο σε περίμενα, έτσι πίστευα θα 'ναι. Και τώρα που έρχεσαι, δεν είναι έτσι. Δεν μπορεί να μην νιώθω τίποτα. Μα, ΤΙΠΟΤΑ... Και σε κάθε παρουσία να θυμάμαι την αναμονή, την υπομονή και την σταθερότητα σου να υπερασπίζεσαι το αίσθημα σου. Και λες "Πραγματικότητα ήτανε;"
Που βρίσκεται η ζωή, σ' αυτά τα δύο;
Κι όσο δε νιώθω τίποτα και συναντώ τη χαζομάρα σου, άλλο τόσο σκέφτομαι πως μαγκιά σου που ήσουν εσύ που με έκανες να πονέσω τόσο, μα τόσο πολύ...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου