Τετάρτη 7 Σεπτεμβρίου 2011

Τοίχοι

Άργησα να με αγαπήσω, τα κατάφερα όμως.

Αλλά αμφιβάλλω, ως συνέπεια του χαμένου χρόνου, αν καταφέρω πια να αγαπηθώ αληθινά κι από άλλους.

Το τέρας της άγνοιας, γεννά το λάθος.

Κι αυτό είναι που κληρονομείται όλο μαζί οικογενειακά.

Και το τέρας και το παιδί του και τα δικά του τα παιδιά.

Η άγνοια, το λάθος και ο φόβος.

Και οι τοίχοι που γύρω μου, συνεχώς θα υψώνονται...

Don't Go So Far Away...


Τους αγάπησες μα δεν σ' αγάπησαν.
Κάποιοι, δεν το καταλάβανε.
Άλλοι, δεν ήξεραν να νιώθουν.
Μερικούς, απλά δεν τους ένοιαξε.
Πιο πολύ όμως σε πόνεσε για αυτούς που το είδαν μα δεν το πιστέψαν.
Κι αφού κάθε πίστη προϋποθέτει ένα τεκμήριο, εφηύραν τόσα λάθος συμπεράσματα,
να επαληθεύσουν στον εαυτό τους τη στάση τους,
που δικαίως μετά έτρεξαν μακρυά σου, μην καταλάβουνε πως ήταν όλα ψέμματα...

The City


Σ' αυτή την πόλη, μόνο η μοναξιά έχει μέλλον.
Δεν υπάρχουν γειτονιές. Πως λοιπόν να υφίστανται εξαιρέσεις;
Είναι πλανήτης; Είναι εποχή;
Είναι η πόλη που ζω. Η πόλη μου.
Όπου συναντάς χαρά, πρόκειται για υπόθεση επιδερμική.
"Βγήκαμε εκεί, χορέψαμε, ήπιαμε, μεθύσαμε, κάναμε χαβαλέ. Το πρωί ήμασταν νεκροί αλλά δε δώσαμε σημασία. Hang over και εξάλλου το άλλο Σάββατο δεν αργεί ώστε να το επαναλάβουμε!"
Η έλλειψη καλλιέργειας είναι που μας κάνει να αγγιζόμαστε με χάδια χωρίς αποτύπωμα. Η ηδονή από μόνη της είναι τροφή τόσο στεγνή, που ούτε ταυτότητα έχει, ούτε αυθεντικότητα. Να, ένα ξηρό παξιμάδι έχει σχήμα, μορφή, γεύση... Ενώ αν αλέσεις ένα ζουμερό στήθος κοτόπουλο στο μπλέντερ, έτοιμο όπως το βγάλεις από το γκριλ, τι θα έχεις; Χυλός, που θα στεγνώσει κι άλλο και θα γίνει σκόνη. Ούτε καν τροφή δηλαδή.
Σ' αυτή την πόλη, υπάρχει τόση μοναξιά που... ούτε ένας άνθρωπος.
Ακόμα κι ένας υπάνθρωπος δεν εντοπίζει δίπλα του, παρά μόνο κάτι ασήμαντες, δίποδες υπάρξεις.
Δίποδος κι ο ίδιος και διπολικός,
τόσο μόνος
με χιλιάδες καθρέφτες στα μάτια και τα λόγια των άλλων.
Θα είσαι πάντα η μάνα σου, δεν θα απέχεις ποτέ από το άδικο αφεντικό σου κι ούτε θα διαφοροποιηθείς από τον φίλο σου που τον θεωρείς ασήμαντο.
Μακάρι, η νύχτα να κρατούσε πιο πολύ.
Θα είχε πιο πολύ φως,
από τις σπίθες που ανάβει κάθε βράδυ η τριβή των αναστεναγμών
όλων των - ξεχωρισμένων μεταξύ τους πάντα - ονειροπόλων.

Κυριακή 3 Ιουλίου 2011

To Δωμάτιο

Ξανά, στο ίδιο δωμάτιο με τα παράθυρα στο ταβάνι...
Πρώτα στα 18, να γράφω κάθε μέρα τραγούδια και ποιήματα και κείμενα. Τα περισσότερα, αν όχι όλα, για μια Γυναίκα που αγάπησα πολύ. Και τώρα ακόμα, τη θυμάμαι και με κάνει να χαμογελάω.
Μετά στα 28, για κάποιο αγόρι, έγραψα μόνο ένα τραγούδι. Ούτε που θυμάμαι για ποιο αγόρι και ποια ήταν η επικαιρότητα της καρδιάς τότε. Ίσως να σχημάτιζα ένα δικό μου, που το είχα ανάγκη.
Για έναν ολόκληρο χρόνο δεν έγραψα τίποτα για κανέναν. Όχι γιατί δεν είχα κάτι να πω. Ούτε γιατί δεν ζούσα κάτι. Μάλλον με πείραζε που το γράψιμο είναι για να μοιράζεσαι και όχι για να ζεις.
Μου κάνει εντύπωση λοιπόν που ένα χρόνο μετά στα 29, ξαναγράφω. Σ' αυτό, το ίδιο δωμάτιο!
Κι ας ξέρω ακριβώς και καλύτερα από κάθε άλλη φορά στη ζωή μου τι θα έγραφα και για ποιον, αν έπρεπε να γράψω για κάποιον άλλο.
Γράφω για μένα και μόνο για να αποτυπώσω ό,τι συναισθάνομαι σαν φωτογραφία του δωματίου με όλη τη φάση την οποία βιώνω, παγιδευμένη μέσα...

Δευτέρα 16 Αυγούστου 2010

16/08/2005



Βίκυ! Πέρασαν κι όλας πέντε χρόνια;
Βίκυ! Τι ψέμματα ήταν αυτά; Το έκτακτο δελτίο έλεγε "Έσβησε η μεγάλη ερμηνεύτρια" ...
Βίκυ, δεν σε έχω ξεχάσει. Κάθε μέρα στο facebook, βλέπω συνομηλίκους μου και ακόμα και παιδιά 15-16 χρονών να δημοσιεύουνε τραγούδια δικά σου!
"Εγώ θέλω τη νεολαία, τι με καλούνε στο Καζίνο με όλα τα παππούδια; Θα κάνω του χρόνου κάτι καινούριο, να έρθουν οι νέοι να με ακούσουνε"
Και μου έλεγες για το ραντεβού σου στο Διαβαλκανικό την επόμενη μέρα, τι είναι οι καρκινικοί δείκτες που τους έχουμε όλοι και πρέπει να τους ελέγχεις κάθε τόσο. Με ρώτησες τι όνειρο κακό είδα. Και ήσουν χαρούμενη που πριν από μένα, σου είχε τηλεφωνήσει η Μαίρη Λίντα, που κάθε μέρα έπαιρνε και ρωτούσε για την υγεία σου.
"Όσο ο άνθρωπος πιστεύει ότι θα ζήσει, θα τα καταφέρνει. Η σωτηρία είναι προσωπική υπόθεση"
Φαντάσου, πως ένιωσα όταν μήνες μετά από αυτά τα λόγια ο Γιάννης πήρε το Μακράκη να μάθει νέα σου, ανήμερα της συναυλίας που έκανε η Χαρούλα για σένα.
"Τελικά ο καρκίνος στάθηκε πιο δυνατός από μένα" είπες στον φίλο σου.
Δεν πειράζει μάτια μου, αν κουράστηκες.
Εγώ πάντως πήγα στη συναυλία. Τα μάτια μου από την αρχή τρέχανε. Και περίμενα ως το τέλος πως θα ερχόσουνα. Εξάλλου αν ένιωθες καλά θα ερχόσουνα... Τι άτιμη στιγμή όταν το βίντεο κόλλησε. Όλες οι τραγουδίστριες σωπάσαν για να παίξει το Νυν και Αεί. Αυτό που θα 'λεγες αν ερχόσουν! Και σε αυτή την παύση, 7.000 κόσμος περίμενε να ανέβεις στη σκηνή.
Βίκυ! "Αυτά μου τα 'πες και στο σημείωμα, πες μου για σένα"
Το μικρό χεράκι ήταν βαρύ στα "χαστουκάκια" σου.
"Αγάπη μου!!! Να πας στον Νίκο Αβαγιανό, έχει όλο το αρχείο μου, να πας και να ζητήσεις ό,τι θέλεις!"
Ναι, εκείνη τη μέρα στη συναυλία του Ξαρχάκου, ντυμένη στα κόκκινα. Πως μου αρέσει να διαβάζω τους μελετητές να στέκονται στην ευγένεια και το ήθος σου. Τόσο αυθεντική και όλοι λένε τα καλύτερα χωρίς να κολακέψει ούτε ένας.
Βίκυ, σ' αγαπώ. Δεν είσαι κάποια που αγαπούσα. Έχω το συναίσθημα, από την πρώτη ακρόαση της φωνής, σου ζωντανό. Άκουγα στο στρατό το Νυν και Αεί και ολόκληρος κόσμος μου φανερωνόταν. "Πως το λέει έτσι;" και καινούρια ταξίδια επιτόπου. Σ' ότι δεν καταλάβαινα, νικούσε η επίγνωση πως ερμηνεύεις κάτι πολύ μεγάλο και σοβαρό. Ίσως κι εσύ καμιά φορά να μην καταλάβαινες. Αλλά αυτό το ένστικτο σου... Έτσι κι εσύ ίσως έμπαινες στην επίγνωση του μεγάλου και σοβαρού. Και έτσι έγινες θεά.
Μα πόσα χρώματα υπάρχουν, διαθέσιμα απ' το Θεό για μια ΦΩΝΗ; Όλα τα είχες! Με σένα έμαθα τη λέξη κατάνυξη.
Βίκυ, με όλη σου την μαγεία. Όταν ήρθα στον τάφο σου, σου άφησα ένα άσπρο τριαντάφυλλο. Και το ίδιο βράδυ σε ονειρεύτηκα. Να μου μιλάς ξανά χαμηλόφωνα και να μεταδίδεις τόσο μοναδικά αυτό που έχεις μέσα σου: ΑΓΑΠΗ.
Τυχερός που σε γνώρισα, τυχερός κι ευλογημένος.

Γεια σου.

Πέμπτη 4 Μαρτίου 2010

Η Ταξιθέτρια

Περιγράφοντας σκηνές μεταξύ μας από πριν 15 χρόνια, λέμε "ε εκείνα ήταν τα χρόνια της αθωότητας". Μα έτσι δεν λέγανε και τότε για τα προηγούμενα; Και βρίσκοντας δίκαιο τον συνειρμό, τρομοκρατείσαι που σε δέκα χρόνια δεν θα έχεις να θυμηθείς τίποτα παρόμοιο για τώρα. Και αρνείσαι να σκεφτείς πως θα είναι τότε...
Εκείνη λοιπόν την πρωτόγονη εποχή του '93 - '94, που δεν υπήρχαν κινητά, και μπορούσες να επισκεφθείς ένα σπίτι χωρίς να έχεις πάρει τηλέφωνο και να το βρεις και πεντακάθαρο...
Παίζαμε έξω από τα κεντρικά θέατρα και μας χαζεύανε κάτι παππούδες επιστάτες από μέσα. Αγανακτισμένοι ίσως με την γερουσία που μαζευόταν εκεί "να δει τη Βουγιουκλάκη" ίσως τους φαινόμασταν ξεχωριστοί με την ανεμελιά μας. Και μας βάζανε μέσα, να δούμε την παράσταση!
"Να έρχεστε να βλέπετε θέατρο, να έρχεστε να με βρίσκετε και θα σας βάζω εγώ μέσα" έλεγε ο κυρ Νίκος και έτσι μας παρέδιδε στην ταξιθέτρια που μας έβαζε σε πλαστικές καρέκλες δεξιά και αριστερά στο κεντρικό διάζωμα. Και έτσι βλέπαμε την Βουγιουκλάκη, τη Βλαχοπούλου, την Καραγιάννη και την Κοντού!
Τις κοιτούσα τις ταξιθέτριες που θα μπορούσαν να είναι κάλλιστα γυναίκες που δουλεύανε στη λαϊκή και φορούσαν το καλό τους λευκό πουκάμισο και το καλοραμμένο φουστάνι μέχρι κάτω από το γόνατο. Πάντα μεγάλες σε ηλικία, συνήθως χοντρές και λες και θέλανε να δικαιολογήσουνε το μύθο της κοινωνικής αδικίας, πως πληρώνονται πολύ λίγο και είναι ανεπίτρεπτο να μην αφήσεις πουρμπουάρ, βαριανασαίνανε σαν να ξεμείναν από έμπλαστρο. Και έτσι το θαύμα γινότανε. Ο κόσμος άφηνε γενναιόδωρα το χάρτινο κατοστάρικο και οι πιο καλοντυμένοι πεντακοσάρικο και χιλιάρικο. Και σκέφτομαι τώρα πως, μια χαρά μεροκάματο βγάζανε τελικά.
Έπειτα μεγαλώνοντας, στην εφηβεία. Ράδιο Σίτυ για να βλέπουμε συναυλίες. Χαρούλα και Άλκηστις Πρωτοψάλτη. Να συναντάς τις ίδιες φάτσες και να μην έχουν αλλάξει καθόλου! Πάλι στις καρέκλες πληρώναμε για να κάτσουμε και έτσι είμασταν μπροστά μπροστά. Μας παίρνανε από το χέρι και χαμογελούσανε που προσπαθούσαμε να δώσουμε κι εμείς πουρμπουάρ από τα ρέστα από τα τσιγάρα και τη διαφορά του ταξί. 5.οοο δραχμές το εισιτήριο και 1.000 δρχ για τσιγάρα και ταξί και κάτι ψιλά για εκείνες. Μέχρι που μετακινούσαν τις καρέκλες όλες μια σειρά πίσω για να βάλουν τους νεολαίους μπροστά. Μην άκουγαν κανέναν όμως να παραπονιέται.
"Ε μα εγώ έκλεισα θέση και ο ψηλός στην καρέκλα που ήρθε τελευταία στιγμή, μου κόβει τη θέα με το κεφάλι του"
Κι αυτή να κάθεται να εξηγεί για το που είναι η σκηνή και πως η γωνία που είναι το κεφάλι μου δεν έχει να κάνει καθόλου με αυτό που θα βλέπει. Ε και επειδή δεν μπορούσε να τα εξηγήσει και ακριβώς, θύμωνε και έφευγε αφού είχε ανεβάσει τον τόνο της φωνής της. Σαν μάνα, έτσι που κάποιον και όχι οποιονδήποτε, υπερασπιζόταν. Βέβαια, σε αυτό συναινούσε πως όλα γινόντουσαν τελευταία στιγμή. Σε δευτερόλεπτα που αποχωρούσε θυμωμένη και περήφανη, άρχιζε η λαμπερή εισαγωγή της παράστασης.
Και δεν είναι τώρα που τα εισιτήρια για ένα θέατρο είναι πανάκριβα. Ούτε που καταργήσανε εκείνες τις λαϊκές απογευματινές, με το φθηνότερο από τις άλλες μέρες εισιτήριο.
Είναι που στους κανονισμούς "το πουρμπουάρ απαγορεύεται" και ταξιθέτες είναι νεότατοι φοιτητές που βαριούνται και από το concept της παράστασης, της συναυλίας, του θεάματος και από την μουσική που δεν είναι της αρεσκείας τους.
Είναι που έγινε δουλειά. Ενώ τότε, ερχόντουσαν οι "φτωχές" και φέρναν και ένα ταψί πίτα στη Βλαχοπούλου την πρωταγωνίστρια, τη σταρ, την φιλενάδα τους. Και πάντα παρακολουθούσαν την παράσταση σαν να ήταν η πρώτη φορά...

Τετάρτη 3 Μαρτίου 2010

Δάκρυ που κυλάς στο μαξιλάρι μου...

Με εκείνη τη χαρά, όπως όταν οι νεκροί σε επισκέπτονται στον ύπνο σου.
Η γιαγιά και ο παππούς, που δεν φοβάσαι και τους αγκαλιάζεις, τους αγγίζεις, τους φιλάς και σαν ψάρι, η χαρά να σπαρταράει στο στήθος. Νομίζοντας πως θα πετάξεις αν κάνεις μια ελαφρά ανάταση του σώματος. Και όταν ξυπνάς, λες "όνειρο ήτανε;" και ίσως να κλάψεις, όχι τόσο από πόνο αλλά από συγκίνηση ίσως που ένας άνθρωπος σε κάνει να νιώθεις κατάνυξη. Όχι που σου λείπει, ή για την απουσία του, που δεν τα είπατε από κοντά όπως έπρεπε - μάλλον η αγάπη που ενεργοποιείται φταίει.
Όσο σε περίμενα, έτσι πίστευα θα 'ναι. Και τώρα που έρχεσαι, δεν είναι έτσι. Δεν μπορεί να μην νιώθω τίποτα. Μα, ΤΙΠΟΤΑ... Και σε κάθε παρουσία να θυμάμαι την αναμονή, την υπομονή και την σταθερότητα σου να υπερασπίζεσαι το αίσθημα σου. Και λες "Πραγματικότητα ήτανε;"
Που βρίσκεται η ζωή, σ' αυτά τα δύο;
Κι όσο δε νιώθω τίποτα και συναντώ τη χαζομάρα σου, άλλο τόσο σκέφτομαι πως μαγκιά σου που ήσουν εσύ που με έκανες να πονέσω τόσο, μα τόσο πολύ...